Η σημερινή «διαρροή» της επιστολής Κουμουτσάκου με την οποία η Ελλάδα ζητά την ένταξη στο επερχόμενο νέο σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου μιας ρήτρας «εξαίρεσης» -ρήτρας κατάλυσης του θεμελιώδους διεθνούς δικαίου, στην πραγματικότητα- δεν έρχεται ως κεραυνός εν αιθρία.
Με ένα αίτημα εκτός διεθνούς νομιμότητας οι ακροδεξιές αντιπροσφυγικές εμμονές της κυβέρνησης καθίστανται πλέον επικίνδυνες για την Ελλάδα, μια χώρα που στη σύγχρονη ιστορία της πορεύτηκε σταθερά με κριτήριο το σεβασμό στο θεμελιώδες διεθνές δίκαιο, το ισχυρότερο διπλωματικό όπλο που διαθέτει η χώρα μας.
Τώρα, με την επιστολή αυτή η Ελλάδα αντί να διεκδικεί την αναθεώρηση του Δουβλίνου σε κατεύθυνση που να πάψει να καθίσταται χώρα-φυλακή και χώρα-αποθήκη προσφύγων και μεταναστών, περνά στην απέναντι όχθη, των κρατών που περιφρονούν τα θεμέλια του Διεθνούς Δικαίου και με κάθε αφορμή αναζητούν τρόπους να το παρακάμψουν.
Φυσικά, για όποιον ελάχιστα κατανοεί τις Διεθνείς Σχέσεις, η ζημιά αυτή δεν συνιστά μόνο ηθικού επιπέδου τραύμα, αλλά αποτελεί εγκατάλειψη ενός πολιτικού-διπλωματικού όπλου με τη βοήθεια του οποίου η Ελλάδα έχει πορευτεί στη σύγχρονη Ιστορία της.
Επιτέλους, η Κυβέρνηση ας σταματήσει να χαϊδεύει με απόγνωση τα ακροδεξιά της ακροατήρια που φυλλορροούν μετά την αποδοχή της Συμφωνίας των Πρεσπών από τους άλλοτε σφοδρούς πολέμιούς της με επικίνδυνες ακροβασίες που διακινδυνεύουν το διεθνές κύρος της χώρας μας.
Από τη θέση του ανθρώπου ο οποίος εργάζεται εκτός Ελλάδας για την στήριξη των Εθνικών Συμφερόντων μας και την προάσπιση της Ελλάδας από τους πραγματικούς κινδύνους που μας απειλούν, αισθάνομαι την ανάγκη να προειδοποιήσω, να διαμαρτυρηθώ και να προσπαθήσω να αποτρέψω με κάθε πρόσφορο μέσο την περιπέτεια στην οποία η χώρα οδηγείται από μια ακραία δεξιά και απάνθρωπη πολιτική.