Η καινοτόμα, ομολογουμένως, δικαιολογία του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι «όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί είναι αντίπαλοι» και γι’αυτό δεν υπάρχει λόγος αντιπαράθεσης με τον Τσίπρα, είναι ακριβώς αυτό· μια θλιβερή δικαιολογία.
Ο κύριος Μητσοτάκης δεν νοιάζεται για την πολιτική δειλία και αδυναμία που υποδηλώνει αυτή του η άρνηση. Και αυτό γιατί επαναπαύεται.
Επαναπαύεται στο ποσοστό των δημοσκοπήσεων και την κόπωση του ελληνικού λαού.
Επαναπαύεται στην υπερπροβολή από τις διαφημίσεις και στο κλίμα λάσπης και διαβολής που έχει μεθοδεύσει ο ίδιος, τα στελέχη του και ο μηχανισμός που τον προμοτάρει.
Επαναπαύεται στην επιθετική πολιτική στελεχών και φιλικά προσκείμενων δημοσιογράφων απέναντι σε όποιο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να αρθρώσει πολιτικό λόγο σε πάνελ.
Ας μην κοροϊδευόμαστε. Μιλάμε για μία σαφή άρνηση του κ. Μητσοτάκη να αντιπαραβάλει το πρόγραμμα της ΝΔ για τη χώρα, με αυτό του ΣΥΡΙΖΑ.
Και αυτό, γιατί η αντιπαράθεση στη Βουλή, λόγω της χαμηλής τηλεθέασης του καναλιού, μπαίνει εύκολα κάτω απ’ το χαλί. Οι δηλώσεις στις διακαναλικές, διορθώνονται. Οι συνεντεύξεις σε φιλικά μέσα, μεθοδεύονται. Οι άβολες ερωτήσεις, από δημοσιογράφους που σε στηρίζουν ανοιχτά, δεν θα τεθούν ποτέ.
Όμως στο debate έχεις να αντιμετωπίσεις έναν ιδεολογικό αντίπαλο, που θα αντικρούσει τις προτάσεις και το πρόγραμμά σου. Και αυτό απαιτεί, πάνω απ’ όλα, επιχειρήματα και ειλικρινή πίστη, ότι το πρόγραμμά σου θα είναι ωφέλιμο για τον ελληνικό λαό.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν διαθέτει τίποτα από τα δύο. Και το ξέρει.