Η ελαιοκαλλιέργεια, παραδοσιακός πυλώνας της ελληνικής περιφερειακής οικονομίας και συνοχής, απειλείται πλέον σοβαρά. Η Ελλάδα, αλλά και οι άλλες ελαιοπαραγωγές Ευρωπαϊκές χώρες απώλεσαν μεγάλο μερίδιο αγροτικής παραγωγής το 2023 σε σχέση με το 2022 και το μέλλον διαγράφεται ανησυχητικό.
Χιλιάδες θέσεις εργασίας εξαρτώνται από το ελαιόλαδο: από τους παραγωγούς και τους εργάτες γης μέχρι τους μεταποιητές και τους εργαζόμενους στην αγροτική βιομηχανία.
Βρισκόμαστε εν μέσω ακόμη μίας δύσκολης χρονιάς για τους Έλληνες ελαιοπαραγωγούς. Μαζί με τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης (ανομβρία, ακραίες θερμοκρασίες και απρόβλεπτες καιρικές συνθήκες), που ήταν και συνεχίζουν να είναι ιδιαίτερα σκληρές για την ελαιοκαλλιέργεια στην Ελλάδα, σειρά είχε τώρα και η κατάρρευση των τιμών παραγωγού σε επίπεδα κάτω του παραγωγικού κόστους.
Σύμφωνα με την Επιστημονική Εταιρεία Εγκυκλοπαιδιστών Ελαιοκομίας, το τελευταίο διάστημα εξελίσσεται μία πρωτόγνωρα βίαιη πτώση των τιμών παραγωγού ελαιολάδου σε όλες τις αγορές της Μεσογείου, από την Πορτογαλία μέχρι την Τουρκία. Αυτό, με την πρώτη ματιά, μπορεί να φαντάζει ως θετική εξέλιξη για τους καταναλωτές, όμως μια πιο προσεκτική ματιά αναδεικνύει τα προβλήματα που αυτή η πτώση θα προκαλέσει σε ολόκληρη την παραγωγική αλυσίδα.
Οι παραγωγοί παρακολουθούν με αγωνία την προοπτική κατάρρευσης των τιμών, καθώς λόγω της παρατεταμένης λειψυδρίας του προηγούμενου διαστήματος έχει μεσολαβήσει ο διπλασιασμός και σε κάποιες περιοχές ο τριπλασιασμός του κόστους παραγωγής, τη στιγμή που οι «κολοσσοί» του κλάδου, με έδρα κυρίως την Ισπανία και την Ιταλία, επιδιώκουν την άμεση «διόρθωση» των τιμών στο ελαιόλαδο. Μια «διόρθωση» που εκθέτει σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο τους μικρούς και μεσαίους παραγωγούς της ελληνικής υπαίθρου.
Η πτώση στην τιμή είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με το ήδη αυξημένο τα τελευταία χρόνια κόστος παραγωγής στον αγρότη, το οποίο έχει ήδη απορροφήσει αυξήσεις όπως τα ημερομίσθια και την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος για τις γεωτρήσεις. Παράλληλα, τα μειωμένα επίπεδα των προσφερόμενων τιμών στο λάδι θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των μικρών, οικογενειακών σε πολλές περιπτώσεις, ελαιοπαραγωγικών μονάδων σε όλη την ελληνική επικράτεια.
Την ίδια στιγμή, η παράλληλη μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών και η σφοδρότητα της Κλιματικής Κρίσης συμπληρώνουν την εικόνα μιας τέλειας καταιγίδας για το ελαιόλαδο. Αν η κατάσταση αυτή συνεχιστεί, σύντομα θα βρεθούμε μπροστά σε μη αντιστρέψιμες συνθήκες στον πρωτογενή τομέα.
Η πολιτεία οφείλει να λάβει άμεσα μέτρα για τη στήριξη των ελαιοκαλλιεργητών, αναζητώντας πόρους μέσω ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων πέρα από τις αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ ή τα προγράμματα de minimis. Χρειάζεται ακόμα η άμεση πρόσβαση των ελαιοκαλλιεργητών σε χαμηλότοκα δάνεια και επενδυτικά κεφάλαια, για να ανταπεξέλθουν στις τρέχουσες δυσκολίες, αλλά και για να επενδύσουν σε σύγχρονες τεχνολογίες και βιώσιμες καλλιεργητικές πρακτικές.
Και βέβαια στο πλαίσιο αυτό, περισσότερο από ποτέ, καθίσταται επίκαιρη η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, για τη δημιουργία ενός νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου «Προσαρμογής της Γεωργίας στην Κλιματική Κρίση», με σαφείς και μόνιμες πηγές χρηματοδότησης, με πόρους ανεξάρτητους από αυτούς της ΚΑΠ, το οποίο θα διασφαλίζει δίκαιο εισόδημα για τους ανθρώπους της παραγωγής.
Η ελληνική ελαιοκαλλιέργεια, σύμβολο ποιότητας και παράδοσης, χρειάζεται άμεσα την υποστήριξη της Πολιτείας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με ένα σαφές και ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης, ο τομέας αυτός μπορεί να συνεχίσει να συμβάλει στη βιωσιμότητα του κλάδου της παραγωγής ευρύτερα και να στηρίζει τις τοπικές κοινωνίες για πολλές γενιές στο μέλλον.
Αυτή είναι η μεγάλη μας πρόκληση για τον πρωτογενή τομέα. Αυτά διεκδικούμε στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, στη Βουλή αλλά και στο Ευρωκοινοβούλιο, με συνέπεια και αποφασιστικότητα, με όραμά μας την κοινωνική δικαιοσύνη, για όλους.