Μία ακόμη ύποπτη μεθόδευση της Κυβέρνησης Μητσοτάκη σε βάρος του Κράτους Δικαίου και της ίδιας της Δικαιοσύνης φέρνει ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ο Κώστας Αρβανίτης.
Με ερώτησή του ο Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ / The Left και μέλος της Επιτροπής LIBE (Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων) του ΕΚ ζητά από την Κομισιόν να διασφαλίσει την ορθή εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ σε ένα κρίσιμο για την αξιοπιστία των ευρωπαϊκών θεσμών θέμα, αυτό της επιλογής του Έλληνα Ευρωπαίου Εισαγγελέα, καθώς δεν έχουν τέλος τα βρώμικα παιχνίδια Μητσοτάκη με το Κράτος Δικαίου.
Μετά τις ανοίκειες επισημάνσεις – δίκην «προτροπής» προς τη Δικαιοσύνη – από το βήμα της Βουλής, τις ξεδιάντροπες απόπειρες να κουκουλωθεί το μέγα σκάνδαλο των υποκλοπών, τις διώξεις σε βάρος εισαγγελέων, την ευθεία υπονόμευση του θεσμού των Ανεξάρτητων αρχών με κατάλυση στην πράξη της Ανεξαρτησίας τους ή την εξουδετέρωσή τους δια παρακάμψεως, και τόσα άλλα, τώρα προχωρά σε ένα ακόμη ανοσιούργημα. «Θύμα» των κυβερνητικών μεθοδεύσεων αυτήν τη φορά ένας κρίσιμος πανευρωπαϊκός θεσμός της Δικαιοσύνης.
Πρόκειται για τον Ευρωπαίο Εισαγγελέα, ένα όργανο της ΕΕ με αποστολή τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης των κοινοτικών κονδυλίων, των χρημάτων δηλαδή των πολιτών της Ένωσης.
Αυτήν τη δομή της ΕΕ, κρίσιμη για τη λειτουργία της Ένωσης αλλά και για την εμπέδωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους ενωσιακούς θεσμούς, ναρκοθετεί η επιλογή της Κυβέρνησης Μητσοτάκη να προβεί στη νομοθέτηση και υλοποίηση του εφαρμοστικού νόμου του σχετικού Κανονισμού χωρίς να λάβει υπόψιν τις επανειλημμένες σχετικές παρατηρήσεις της Κομισιόν.
Συγκεκριμένα, μολονότι η Επιτροπή επισημαίνει πως είναι επιβεβλημένο να αναθεωρηθεί η «δεξαμενή» των υποψηφίων για τη θέση του Έλληνα εντεταλμένου Ευρωπαίου Εισαγγελέα (ανάγκη που είχε αναγνωρίσει η προηγούμενη Κυβέρνηση) προκειμένου να περιλαμβάνει όχι μόνο εισαγγελείς αλλά και δικαστές, η νομοθέτηση Μητσοτάκη-Τσιάρα περιφρόνησε την κρίσιμη αυτή σύσταση.
Αποτέλεσμα, η επιλογή του Έλληνα Ευρωπαίου Εντεταλμένου Εισαγγελέα να μεθοδεύεται με μια αντικανονική διαδικασία που σύμφωνα με έγγραφα της ίδιας της Επιτροπής συνιστά “κατάφωρη παραβίαση” του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Έτσι, ανοίγει διάπλατα «παράθυρο» για άκρως επικίνδυνες μελλοντικές περιπέτειες που μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε ακυρώσεις διαδικαστικών ενεργειών που στοχεύουν στην διαφύλαξη της χρηστής διαχείρισης των κονδυλίων της ΕΕ.
Πρόκειται απλά για ασύγγνωστη εμμονή στο λάθος; Ή μήπως για σκόπιμη υπονόμευση μιας κρίσιμης λειτουργίας αυτοπροστασίας των ευρωπαϊκών θεσμών και για ευθεία απόπειρα συγκάλυψης ελληνικού ενδιαφέροντος υποθέσεων οικονομικού εγκλήματος και διαφθοράς που ερευνά η υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας;
Ό,τι κι αν κρύβει η επιλογή Μητσοτάκη να επιμείνει η Ελλάδα στο λάθος, δεν μπορεί παρά να κινητοποιήσει την Κομισιόν, που ως θεματοφύλακας της νομοθεσίας της ΕΕ οφείλει να πάρει μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσει την πλήρη και ορθή εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού από την Ελλάδα.
«Σε μια περίοδο που οι θεσμοί της ΕΕ συγκλονίζονται από το “Qatar Gate”, που έχει πλήξει -προς το παρόν- το κύρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κάθε υποψία υπονόμευσης της διαφάνειας και της χρηστής διαχείρισης ενωσιακών κονδυλίων πρέπει να αντιμετωπίζεται άμεσα και αποφασιστικά.» σχολιάζει ο Κώστας Αρβανίτης και επισημαίνει: «Το ζήτημα δεν είναι μόνο ελληνικό, αφορά όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, αφορά την ανάγκη να μην επιτρέψουν οι θεσμοί της ΕΕ την κρίση εμπιστοσύνης που – αναπόφευκτα – προκαλεί το κολοσσιαίο σκάνδαλο να μετατραπεί σε υπαρξιακή κρίση της ΕΕ και των θεσμών της. Να μην επιτρέψουμε στο ακροδεξιό σκοτάδι και τους εθνικισμούς που σταθερά υπονομεύουν τα κοινά ευρωπαϊκά οράματα να παίξουν παιχνίδια σε βάρος των λαών της ΕΕ. Η ΕΕ χρειάζεται περισσότερη Δημοκρατία, περισσότερη Διαφάνεια, περισσότερη Λογοδοσία, και η Ελλάδα δεν χρειάζεται καθόλου περαιτέρω ύποπτες μεθοδεύσεις μιας κυβέρνησης σε αποδρομή.»
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης του Κώστα Αρβανίτη:
Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης
προς την Επιτροπή
Άρθρο 138 του Κανονισμού
Κωνσταντίνος Αρβανίτης (The Left)
Θέμα: Ερώτηση για τους Έλληνες Ευρωπαίους Εισαγγελείς
Στις 20.12.2022 η Ελλάδα ολοκλήρωσε την διαδικασία επιλογής των τριών υποψηφίων για τη θέση του Έλληνα Ευρωπαίου Εισαγγελέα. Στην διαδικασία αυτή, που κινήθηκε κατόπιν του υπ’ αρ.42288/14.09.2022 ερωτήματος του Υπουργού Δικαιοσύνης και της υπ’ αρ. 7773/27.09.2022 πρόσκλησης υποβολής αιτήσεων του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, δεν κλήθηκαν και δεν έλαβαν μέρος δικαστές, αλλά μόνον εισαγγελείς, καθώς ο ελληνικός εφαρμοστικός νόμος 4786/2021 προβλέπει ότι μόνον εισαγγελείς μπορεί να είναι επιλέξιμοι για τη θέση. Περισσότερες από μία φορές και τελευταία με την υπ’ αρ. 4943229/05.07.2022 επιστολή της, η Επιτροπή έχει δηλώσει ότι ο αποκλεισμός των δικαστών από τη σχετική διαδικασία επιλογής συνιστά κατάφωρη παραβίαση του άρθρου 16(1) του Κανονισμού 2017/1939, ο οποίος ρητά προβλέπει την επιλεξιμότητα και των δικαστών. Ενόψει αυτών η Επιτροπή ερωτάται:
1.Δεδομένου ότι η επιλογή υποψηφίου που έχει προκύψει από αντικανονική διαδικασία μπορεί να έχει αντίκτυπο στο κύρος όλων των πράξεων που αυτός ενεργεί, θα είναι αποδεκτοί στην περαιτέρω διαδικασία επιλογής οι τρεις υποψήφιοι που προέκυψαν από τέτοια διαδικασία η οποία παραβιάζει “κατάφωρα” τον Κανονισμό;
- Ποια μέτρα σκοπεύει να λάβει για να εξασφαλίσει την εφαρμογή από την Ελλάδα του εν λόγω Κανονισμού, καθώς η καθυστέρηση έγκυρης επιλογής Έλληνα Ευρωπαίου Εισαγγελέα έχει αρνητικά αποτελέσματα στις ελληνικού ενδιαφέροντος υποθέσεις οικονομικού εγκλήματος και διαφθοράς που ερευνά η υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας;