Κοινοποίηση

Πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση θεσπίζει νέα κριτήρια για τη συμμετοχή των μελών της διοίκησης στην Ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού, τα οποία εφαρμόζονται στα ήδη υπηρετούντα πρόσωπα, τα οποία εκπίπτουν αμέσως από τη θέση τους. Ωστόσο, πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ επιβάλλει σεβασμό στην ανεξαρτησία των Αρχών και ολοκλήρωση της θητείας των μελών τους.

Στην πρόσφατη Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (περί Αρχών Ανταγωνισμού κρατών μελών) αποτυπώνεται ρητώς η παραπάνω νομολογία και ορίζονται εκ των προτέρων οι προϋποθέσεις συμμετοχής στα καθήκοντά τους (Προοίμιο, άρθρα 17,4). Η Οδηγία μένει να μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία, αλλά το Δικαστήριο της ΕΕ έχει επανειλημμένως κρίνει ότι κατά τη διάρκεια της προθεσμίας ενσωμάτωσης τα μέλη οφείλουν να απέχουν από τη θέσπιση διατάξεων που διακυβεύουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.

Ερωτάται η Επιτροπή:

Ποια μέτρα προτίθεται να λάβει, δεδομένου ότι με τις νέες εθνικές διατάξεις θεσπίζεται αναδρομικό κριτήριο περί ασυμβιβάστου, με αποτέλεσμα την πρόωρη λήξη θητείας μελών της διοίκησης, χωρίς κανόνες που διασφαλίζουν ότι δεν θίγεται η ανεξαρτησία και η αμεροληψία της Αρχής (C-424/15, σκέψη 52 και C-288/12 σκέψη 60-61).

Προτίθεται να παρέμβει, διασφαλίζοντας την ολοκλήρωση της θητείας της διοίκησης της ΕΕΑ μέσω σχετικής μεταβατικής διάταξης στον ελληνικό Ν.4623/2019, όπως έπραξε σε όμοιες περιπτώσεις στο παρελθόν (2016/2011), ώστε να αποφευχθεί δυσμενής διακριτική μεταχείριση στην παρούσα περίπτωση;

Konstantinos Arvanitis (GUE/NGL), Dimitrios Papadimoulis (GUE/NGL), Stelios Kouloglou (GUE/NGL), Elena Kountoura (GUE/NGL), Petros Kokkalis (GUE/NGL), Alexis Georgoulis (GUE/NGL)

 

Απάντηση της εκτελεστικής αντιπροέδρου κας Vestager
εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής:

Η οδηγία 2019/1(1) εγγυάται την ανεξαρτησία του συνόλου του προσωπικού των εθνικών αρχών ανταγωνισμού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η απόλυση μελών του προσωπικού που δεν προστατεύονται άμεσα από το άρθρο 4 παράγραφοι 3 και 4 επειδή δεν είναι «πρόσωπα που λαμβάνουν αποφάσεις» ή «μέλη του οργάνου λήψης αποφάσεων» ενδέχεται να εξακολουθεί να συνιστά παράβαση της οδηγίας εάν στόχος της είναι η υπονόμευση της ανεξαρτησίας της οικείας αρχής.

Η καταληκτική ημερομηνία για την μεταφορά της εν λόγω οδηγίας στο εθνικό δίκαιο είναι το αργότερο η 4η Φεβρουαρίου 2021. Μέχρι τότε, τα κράτη μέλη πρέπει να απέχουν από τη λήψη μέτρων που θα μπορούσαν να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο το επιδιωκόμενο από την οδηγία(2) αποτέλεσμα. Στην παρούσα περίπτωση, οι νέοι κανόνες επιλεξιμότητας και η άμεση εφαρμογή τους στην Ελλάδα δεν δικαιολογούν τη λήψη επίσημων μέτρων κατά τη διάρκεια της προθεσμίας μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο, διότι, βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, δεν φαίνεται πιθανό να διακυβευθεί σοβαρά η επίτευξη των στόχων της οδηγίας από τη χρονική στιγμή που πρέπει να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο(3).

Η νομολογία που αναφέρουν οι κυρίες και κύριοι βουλευτές αφορά ανεξάρτητες αρχές με αρμοδιότητες στους τομείς της προστασίας των δεδομένων και των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ερμηνεύει το παράγωγο δίκαιο της ΕΕ σε τομείς που δεν σχετίζονται με τον ανταγωνισμό και δεν ενσωματώνει τις γενικές αρχές του δικαίου της ΕΕ.

(1) Οδηγία 2019/1 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την παροχή αρμοδιοτήτων στις αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών ώστε να επιβάλλουν αποτελεσματικότερα τους κανόνες και για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, ΕΕ L 11 της 14.1.2019, σ. 3‐33.
(2) Υπόθεση C-129/96, Inter-Environnement Wallonie.
(3) Υπόθεση C-129/96, Inter-Environnement Wallonie, σκέψεις 47-49.

Κοινοποίηση