Σύμφωνα με καταγγελίες του Συλλόγου Εργαζομένων της Εθνικής Ασφαλιστικής (1) , η πολυεθνική εταιρία ορκωτών ελεγκτών που έχει αναλάβει τον λογιστικό έλεγχο της Εθνικής Ασφαλιστικής έχει προτείνει αλλαγές που οδηγούν σε αύξηση των απαιτούμενων αποθεματικών της, με αποτέλεσμα τη μείωση των κερδών της. Μάλιστα, γίνεται λόγος για προτάσεις που οδηγούν σε μείωση της αξίας της εταιρίας κατά 500 εκ. ευρώ. Σύμφωνα με τις καταγγελίες, η ίδια εταιρία ορκωτών ελεγκτών, που έχει πρόσβαση σε όλα τα οικονομικά στοιχεία της Εθνικής Ασφαλιστικής, παρέχει συγχρόνως συμβουλευτικές υπηρεσίες σε fund που αποτελεί υποψήφιο αγοραστή της Εθνικής Ασφαλιστικής. Το γεγονός αυτό δημιουργεί μια κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων και εγείρει σοβαρές υπόνοιες μη συμβατότητας με τους οικείους κανόνες δεοντολογίας αλλά και τους ευρωπαϊκούς κανόνες περί προστασίας του ανταγωνισμού. Για το ζήτημα αυτό έχει ήδη σταλεί επιστολή από τον Σύλλογο Εργαζομένων στην αρμόδια Επίτροπο, κ. Margrethe Vestager (2) .
Ερωτάται η Επιτροπή: 1. Έχει λάβει γνώση της επιστολής του Συλλόγου Εργαζομένων; 2. Πώς αξιολογεί τις ενέργειες και τη διπλή ιδιότητα της εταιρίας ορκωτών ελεγκτών, ιδίως στο πλαίσιο του σχετικού νομικού πλαισίου της ΕΕ, των σχετικών κανόνων δεοντολογίας, της αποφυγής σύγκρουσης συμφερόντων και της αρχής της προστασίας του ανταγωνισμού στην ΕΕ; 3. Τι άμεσα μέτρα σκοπεύει να λάβει για τον ενδελεχή έλεγχο των καταγγελιών; |
||||
|
Απάντηση της κ. McGuinness
εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Οι υπηρεσίες της Επιτροπής απάντησαν στις 20 Σεπτεμβρίου 2020 στο ηλεκτρονικό μήνυμα που έλαβαν από την ένωση εργαζομένων στις 17 Σεπτεμβρίου 2020, δηλώνοντας ότι η Επιτροπή αδυνατούσε να έχει άποψη σχετικά με τον ρόλο των φορέων που εμπλέκονταν στη διαδικασία πώλησης, διότι δεν συμμετείχε στην οργάνωσή της(1).
Η νομοθεσία της ΕΕ για τον έλεγχο(2), καθορίζει γενικούς κανόνες, όσον αφορά τους υποχρεωτικούς ελέγχους των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος, όπως των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας και της αντικειμενικότητας των νόμιμων ελεγκτικών γραφείων και των ελεγκτών σε σχέση με την ελεγχόμενη οντότητα. Αυτό είναι σημαντικό για την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων, την προώθηση του επαγγελματικού σκεπτικισμού και τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας και του επαγγελματικού απορρήτου. Οι κανόνες ελέγχου της ΕΕ περιλαμβάνουν κατάλογο απαγορευμένων, μη ελεγκτικών υπηρεσιών και απαιτούν από τους νόμιμους ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία να υπόκεινται στη δέουσα εποπτεία από τις εθνικές αρμόδιες αρχές. Οι κανόνες ελέγχου της ΕΕ δεν απαγορεύουν ρητά στους νόμιμους ελεγκτές να παρέχουν διαφορετικές υπηρεσίες στα δύο μέρη μιας συναλλαγής. Η επιβολή της νομοθεσίας της ΕΕ σχετικά με τους υποχρεωτικούς ελέγχους σε μεμονωμένες περιπτώσεις εμπίπτει πρωτίστως στην αρμοδιότητα των εθνικών αρχών και εναπόκειται στις ελληνικές αρχές να προσδιορίσουν εάν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η λογιστική εταιρεία παραβίασε εθνικούς κανόνες ή δεοντολογικά πρότυπα. |
||||
|