Τον περασμένο Μάρτιο, η Αυστραλιανή Επιτροπή Ανταγωνισμού και Καταναλωτών (ACCC) εκκίνησε διαδικασίες κατά της Facebook/Meta, με κατηγορίες περί «ψευδών, παραπλανητικών ή παραπειστικών ενεργειών μέσω δημοσιεύσεων απατηλών διαφημίσεων με πρωταγωνιστές εξέχοντα δημόσια πρόσωπα της Αυστραλίας».[1]
Η πρακτική αφορά ανάρτηση διαφημίσεων στο Facebook, στις οποίες χρησιμοποιούνται φωτογραφίες πλούσιων διασημοτήτων και παρέχονται υποσχέσεις μη ρεαλιστικών κερδών. Οι χρήστες-υποψήφια θύματα κάνοντας «κλικ» σε τέτοιες διαφημίσεις ανακατευθύνονται σε άρθρα που αντιγράφουν την επωνυμία δημοφιλών ειδησεογραφικών ιστοσελίδων και περιγράφουν το απατηλό «επενδυτικό σχέδιο» πριν ζητήσουν από τους χρήστες να «επενδύσουν», δηλαδή να πληρώσουν τους απατεώνες. Η κρυπτο-απάτη λειτουργεί ιδίως επειδή οι ίδιοι οι αλγόριθμοι συστάσεων του Facebook είναι πολύ αποτελεσματικοί στην επιλεκτική προβολή τέτοιων διαφημίσεων σε χρήστες επιρρεπείς σε εξαπάτηση.
Η υπόθεση της Αυστραλίας είναι εξαιρετικά σημαντική για τους πολίτες της Ένωσης καθώς από τη βιβλιοθήκη διαφημίσεων του Facebook αποδεικνύεται ότι οι ίδιοι απατεώνες διαφημίζονται παράλληλα σε πολλά κράτη μέλη, προσελκύουν μεγάλο αριθμό θυμάτων και απομυζούν τεράστια ποσά. Δυστυχώς, η Meta δεν αποκαλύπτει τις προθέσεις της για την καταπολέμηση τέτοιων εγκληματικών πρακτικών, αρκούμενη σε καθησυχαστικές γενικολογίες, τη στιγμή που το Facebook δεν «συνομιλεί» αποτελεσματικά με πρωτόκολλα ασφαλούς περιήγησης άλλων εφαρμογών.
Ερωτάται η Επιτροπή:
Ποιες άμεσες δράσεις προτίθεται να αναλάβει προκειμένου να προστατέψει τους ευρωπαίους χρήστες του Facebook από τέτοιες απατηλές πρακτικές;
[1] Βλ. όλως ενδεικτικώς αναλυτικά https://algorithmwatch.org/en/meta-sued-for-abetting-fraud/
Απάντηση του κ. Breton εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Ο πρόσφατα εκδοθείς κανονισμός «Πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες»[1] τέθηκε σε ισχύ στις 16 Νοεμβρίου 2022 και θεσπίζει υποχρεώσεις για τις επιγραμμικές υπηρεσίες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του όσον αφορά το παράνομο περιεχόμενο που ενδέχεται να φιλοξενούν. Σε αυτές περιλαμβάνονται παράνομες απάτες μέσω διαφημίσεων σε διαδικτυακές πλατφόρμες. Οι νέοι κανόνες θα εφαρμοστούν σταδιακά. Πρώτον, μέσω της υποχρέωσης όλων των επιγραμμικών πλατφορμών να αναφέρουν τον αριθμό των χρηστών τους έως τις 17 Φεβρουαρίου 2023. Σε αυτή τη βάση, η Επιτροπή θα ορίσει τις λεγόμενες πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες που πρέπει να συμμορφωθούν με την πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες εντός τεσσάρων μηνών από τον χαρακτηρισμό τους. Δεύτερον, η πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες θα εφαρμόζεται σε όλους τους άλλους παρόχους υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω κανονισμού από την 17η Φεβρουαρίου 2024.
Τα ειδικά μέτρα για την αντιμετώπιση της παράνομης διαφήμισης περιλαμβάνουν διαδικασίες προειδοποίησης και ανάληψης δράσης, αλλά και ευρύτερη υποχρέωση των πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών να αξιολογούν και να μετριάζουν τους κινδύνους για τη διάδοση παράνομου περιεχομένου στις υπηρεσίες τους, μεταξύ άλλων μέσω των συστημάτων διαφήμισης τους.
Γενικότερα, οι κανόνες της ΕΕ για την προστασία των καταναλωτών[2] απαγορεύουν τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν παραπλανητικές διαφημίσεις. Οι πρακτικές αυτές μπορεί επίσης να συνιστούν ποινικό αδίκημα σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία σε ορισμένες περιπτώσεις. Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής ως θεματοφύλακα των Συνθηκών, η επιβολή των κανόνων της ΕΕ για την προστασία των καταναλωτών εμπίπτει στην αρμοδιότητα των εθνικών αρχών και δικαστηρίων.
[1] https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?qid=1670531464656&uri=CELEX%3A32022R2065
[2] Οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές»), ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σσ. 22‐39.