*Άρθρο του Κώστα Αρβανίτη στο tvxs.gr
Στις 23 Σεπτεμβρίου 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε το “Νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο”. Οι προσδοκίες όλων μας ήταν μεγάλες, καθώς επρόκειτο για μια πρόταση που ακολουθούσε χρόνια αδιέξοδων, αποτυχημένων διαπραγματεύσεων και έναν τεράστιο αριθμό ανθρώπινων τραγωδιών.
Τι περιμέναμε; Τη μεταρρύθμιση του κανονισμού του Δουβλίνου, του βασικού εγγράφου Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το δίκαιο του ασύλου, κανονισμού ο οποίος τρέπει τις χώρες πρώτης υποδοχής σε αποθήκες ανθρώπων. Σχεδιασμένο για τις μεταναστευτικές ροές της Ανατολικής Ευρώπης στη δεκαετία του ’90, αποδείχθηκε, παρά τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις, τραγικά ακατάλληλο να αντιμετωπίσει τις τεράστιες ροές που προέρχονται από τη θάλασσα, και οι οποίες κλιμακώθηκαν στη λεγόμενη προσφυγική κρίση του 2015-2017.
Περιμέναμε να ξεπεραστεί το βασικό, παρωχημένο κριτήριο του Δουβλίνου: αυτό που προσδιορίζει ότι η πρώτη χώρα εισόδου έχει το καθήκον να εξετάσει την αίτηση για άσυλο και να φροντίσει για την υποδοχή και την ένταξή του, στερώντας του το δικαίωμα να την υποβάλει σε άλλο κράτος της Ένωσης. Γιατί, όπως όλοι γνωρίζουμε, πολύ λίγοι μετανάστες περνούν τα σύνορα για να παραμείνουν στην Ελλάδα ή την Ιταλία.
Τι ακολούθησε το «Δουβλίνο»; Δραματικές εξελίξεις: ναυάγια στη Μεσόγειο, τραγικές συνθήκες διαβίωσης στα camps, γιγάντωση της ξενοφοβίας και εχθρότητα απέναντι στις ΜΚΟ, μαζικές απορρίψεις αιτημάτων ασύλου (με δικαιολογία και την πανδημία) και κορύφωση την πρόσφατη τρομερή πυρκαγιά στη δομή της Μόριας.
Πρόσφατα, λοιπόν, η Επιτροπή δεσμεύτηκε να εγκαινιάσει τη νέα της εντολή με ισχυρές δεσμεύσεις για την επίλυση της μεταναστευτικής κρίσης και τη δίκαιη απονομή ασύλου.
Ωστόσο, η θετική ρητορική του νέου Συμφώνου δεν αντικατοπτρίζεται επαρκώς στα έγγραφα: η πρόταση που υποβλήθηκε από την Επιτροπή τον Σεπτέμβριο δεν ξεπερνά ούτε καταργεί στην ουσία το Δουβλίνο. Οι κανόνες του μεταφέρονται σχεδόν αυτούσιοι σε έναν νέο, ευρύτερο κανονισμό, με, επικουρικούς μόνον, μηχανισμούς αλληλεγγύης: «χορηγίες» που προορίζονται να παραμείνουν νεκρό γράμμα. Με λίγα λόγια, μπορεί μια χώρα, όπως η Ουγγαρία, να επιλέγει ως τρόπο δήθεν αλληλεγγύης, αντί για την υποδοχή προσφύγων από την Ελλάδα στο έδαφος της, μια συνεισφορά στη διαδικασία επιστροφής εκτός ΕΕ.
Ακόμη χειρότερα, και η Σύσταση που παρουσιάστηκε την ίδια ημερομηνία για τη διάσωση στη θάλασσα στη Μεσόγειο υιοθετεί την αρχή της συνεργασίας με τρίτες χώρες που δεν εγγυώνται ασφαλή καταφύγια, άμεση ανακούφιση και ανθρώπινα δικαιώματα.
Το ευρωπαϊκό πλαίσιο για τη μετανάστευση και το άσυλο στηρίζεται πλέον σε δύο “γυάλινους πυλώνες”: τον αποκλεισμό και την επιστροφή.
Η όλη διαδικασία περιλαμβάνει έναν διαδικαστικό “χάρτη” πριν εγκριθεί, συμπεριλαμβανομένης της ταχείας έγκρισης εννέα νομικών πράξεων. Μεταξύ αυτών είναι μια πρόταση κανονισμού, για την οποία θα είμαι ο σκιώδης εισηγητής της ευρωομάδας της Αριστεράς, και που στοχεύει στη δημιουργία ενός συστήματος προετοιμασίας και αντίδρασης σε καταστάσεις «κρίσης» ή «ανωτέρας βίας».
Κι αυτό, γιατί η πρόταση προβλέπει 29 πιθανές εξαιρέσεις εάν η Επιτροπή δηλώσει – κατόπιν αιτήματος ενός κράτους – ότι το κράτος αυτό τελεί εν καταστάσει “κρίσης“ και έως και 8 εξαιρέσεις, εάν ένα κράτος ενημερώσει την Επιτροπή (χωρίς η τελευταία να είναι σε θέση να αντιδράσει) ότι, για λόγους “ανωτέρας βίας” (που δεν διευκρινίζονται καθόλου), δεν μπορεί να σεβαστεί τις δεσμεύσεις του.
Και αυτές οι εξαιρέσεις, παρέχουν τη δυνατότητα στα κράτη μέλη:
- Να επεκτείνουν το χρόνο της διαδικασίας ελέγχου στα σύνορα.
- Να παρατείνουν τη μέγιστη περίοδο κράτησης ενόψει του επαναπατρισμού.
- Να παρατείνουν τη μέγιστη περίοδο αναμονής μέχρι την εγγραφή και εξέταση των αιτήσεων ασύλου.
- Να αναβάλουν τις προθεσμίες για τον προσδιορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας (σύμφωνα με τον ισχύοντα κανονισμό του Δουβλίνου).
- Να αναστείλουν τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την παροχή αλληλεγγύης για έξι μήνες (σύμφωνα με τον νέο μηχανισμό) σε περίπτωση που τελούν σε κατάσταση “ανωτέρας βίας”.
Το πιο ανησυχητικό από όλα είναι αυτή η αναφορά στην έννοια της ανωτέρας βίας, μια έννοια που μέχρι σήμερα έχει χρησιμοποιηθεί για περιπτώσεις πολεμικών συρράξεων! Αναρωτιέται κανείς: ποια είναι η σχέση ανάμεσα στα ανθρώπινα δικαιώματα και τις καταστάσεις εξαίρεσης που αναφέρονται μεν, χωρίς να περιγράφονται με ακρίβεια, δε; Και τι θα εμποδίσει την υιοθέτηση ενός περίπλοκου κώδικα εξαιρέσεων στο όνομα μιας αόριστης «ανωτέρας βίας» αν σχετίζεται με τις σχετικές νομοθετικές προτάσεις, αυτές δηλαδή που προβλέπουν τις διαδικασίες ασύλου στα σύνορα; Με ποιες συνέπειες;
Τις ζούμε ήδη:
- Με μαζικά κέντρα κράτησης, ακόμα περισσότερες και πολυπληθέστερες “Μόριες” στις χώρες πρώτης εισόδου στην Ε.Ε., “εκπτώσεις” στην προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με διακρίσεις λόγω ιθαγένειας (υπάρχει ήδη αναφορά σε προστασία προς “αναγνωρισμένες” εθνικότητες, με ποσοστό αναγνώρισης υψηλότερο του 75%).
- Με δραματική επιμήκυνση των προθεσμιών για τις διαδικασίες ασύλου: το διαπιστώσαμε στη Λέσβο, όταν είχαμε 10.000 ανθρώπους που έφτασαν σε μια μέρα, ότι είναι αδύνατο να τηρηθούν αυστηρές προθεσμίες. Αλλά αυτή η αυθαίρετη παράταση των προθεσμιών έχει αποτελέσει ήδη δικαιολογία για παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των αιτούντων, ή – ακόμα χειρότερα – για παράνομες κρατήσεις. Και το γνωρίζουμε από τώρα: ο πολλαπλασιασμός των δομών και η διασπορά των κέντρων εξουσίας θα δημιουργήσει ένα ασαφές πλαίσιο όπου κανείς δεν θα ξέρει ποιος αποφασίζει και ποιος είναι υπεύθυνός.
Ο “υπό προϋποθέσεις” σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι τίποτε λιγότερο από μια μεταμφιεσμένη απόπειρα εξουδετέρωσής τους, μέχρι βαθμού εξάλειψης! Και το πρώτο θύμα θα είναι όλοι όσοι έχουν νόμιμο δικαίωμα ασύλου στην Ευρώπη. Και το δεύτερο , οι ντόπιοι πληθυσμοί στις χώρες υποδοχής.
Η προσφυγή στην έννοια της “ανωτέρας βίας” είναι ένα επικίνδυνο προηγούμενο που μπορεί να ανοίξει το δρόμο για την ολοκληρωτική αμφισβήτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και να ανοίξει μεγάλες δυνατότητες παρεκκλίσεων από τις διεθνείς συμβάσεις. Αυτό είναι κάτι που, σε καμία περίπτωση, δεν μπορεί να εναποτίθεται στη διακριτική ευχέρεια του κάθε κράτους μέλους. Το αντίθετο! Η περιφρόνηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων μπορεί – και πρέπει – να είναι αιτία για τον εξοστρακισμό από την ευρωπαϊκή οικογένεια, εφόσον τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι δομικό στοιχείο του ίδιου του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Το Σύμφωνο τώρα θα γίνει αντικείμενο διαπραγμάτευσης ανάμεσα στο Ευρωκοινοβούλιο και το Συμβούλιο, μια διαδικασία που προβλέπεται να έχει αρκετές αντιπαραθέσεις. Η βούληση των δημοκρατικών δυνάμεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχει ήδη εκφραστεί – η επίτευξη μεγαλύτερης συμμετοχής και αλληλεγγύης. Όπως δήλωσε πρόσφατα ο Juan Fernando López Aguilar, πρόεδρος της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων: «… θέλουμε δεσμευτική αλληλεγγύη και κοινή ευθύνη».
Η Ευρωπαϊκή Αριστερά, πιστεύει ακράδαντα ότι η εποχή της κρίσης πρέπει να είναι ταυτόχρονα περίοδος αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών.
Και πως η μετανάστευση, μια αναπόδραστη πραγματικότητα της κοινωνίας, δεν πρέπει να αξιοποιείται ως εργαλείο πολιτικής προπαγάνδας, μέσα από την τροφοδοσία ψεύτικων φόβων και τη δημιουργία φανταστικών εχθρών.
Ένας κανονισμός που παρεκκλίνει από τα αδιαπραγμάτευτα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ένας μηχανισμός που οδηγεί σε μαζικές κρατήσεις στις χώρες πρώτης εισόδου (όπως η δική μας), ανθρώπων που δεν έχουν διαπράξει κανένα αδίκημα και που το μόνο τους “έγκλημά” είναι η προσπάθειά τους να επιβιώσουν!
Στη χώρα μας έχουμε μάθει πολύ καλά πόσα αδιέξοδα δημιουργούν αυτές οι μαζικές κρατήσεις και για τους ντόπιους πληθυσμούς. Οι νησιώτες του Ανατολικού Αιγαίου το έχουν ζήσει στο πετσί τους όλα αυτά τα χρόνια…
Ένας κανονισμός λοιπόν που παρά τις φιλόδοξες εξαγγελίες συντηρεί στη ζωή το «Δουβλίνο», την πραγματική αιτία πίσω από τις χώρες – αποθήκες ανθρώπων και όλων των αρνητικών που συνεπάγεται αυτό.
Θα υποστηρίξουμε την πρόταση μετατροπής αυτού του κανονισμού (με τα τραγικά, δομικά σφάλματα) σε έναν κανονισμό υποχρεωτικής αλληλεγγύης και μετεγκατάστασης. Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι διαπραγματευτικό χαρτί για κανέναν.
Σε αυτόν τον δρόμο θα κινηθούμε για τα δικαιώματα των λαών, την αξιοπρέπεια της δημοκρατικής παράδοσης στην Ελλάδα και, εν τέλει, την υπεράσπιση της ίδιας της Ευρώπης.